χρυσοϋφαίνω

χρυσοϋφαίνω
Ν
υφαίνω με χρυσές κλωστές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υφαίνω — ὑφαίνω, ΝΜΑ, και φαίνω Ν, και επικ. τ. ὑφάω Α συμπλέκω νήματα με τον υφαντικό ιστό προκειμένου να κατασκευάσω ύφασμα (α. «τήν πήραν και τήν βάλανε στον αργαλειό να υφάνει», δημ. τραγούδι β. «καί κεν ἐν Ἄργει ἐοῡσα, πρὸς ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις», Ομ …   Dictionary of Greek

  • χρυσοκεντώ — και χρυσοκεντάω χρυσοκέντησα, χρυσοκεντήθηκα, χρυσοκεντημένος, κεντώ κάτι με χρυσό νήμα, χρυσοϋφαίνω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”